-
1 они
они (н)их, (н)им, (н)ими, о них) αυτοί, αυτές, αυτά· они там ' будут ( αυτοί) θα είναι εκεί· это сделали мы. а не они το κάναμε εμείς και όχι εκείνοι· их не было дома έλειπαν, δεν ήτανε σπίτι* мы были у них ήμαστε σ' αυτούς* я им напишу θα τους γράψω γράμμα* пойдём к ним πάμε σ' αυτούς, πάμε να τους δούμε· перевод сделан ими τη μετάφραση την κάνανε αυτοί* пойдём с ними πάμε μαζί τους, πάμε μ' αυτούς; я узнал о них много интересного έμαθα πολλά ενδιαφέροντα γι' αυτούς* * *((н)их, (н)им, (н)ими, о них)αυτοί, αυτές, αυτάони́ там бу́дут — (αυτοί) θα είναι εκεί
э́то сде́лали мы, а не они́ — το κάναμε εμείς και όχι εκείνοι
их не́ было до́ма — έλειπαν, δεν ήτανε σπίτι
мы бы́ли у них — ήμαστε σ'αυτούς
я им напишу́ — θα τους γράψω γράμμα
пойдём к ним — πάμε σ'αυτούς, πάμε να τους δούμε
перево́д сде́лан и́ми — τη μετάφραση την κάνανε αυτοί
пойдём с ни́ми — πάμε μαζί τους, πάμε μ'αυτούς
я узна́л о них мно́го интере́сного — έμαθα πολλά ενδιαφέροντα γι'αυτούς
См. также в других словарях:
παιδική λογοτεχνία — Aκόμα και ο ορισμός υπήρξε, στις αρχές του 20ού αι., το κέντρο οξύτατης πολεμικής. Θεωρητικά, δεν μπορεί να διακρίνει κάποιος με ακρίβεια την παιδική λογοτεχνία από τη λογοτεχνία για ενηλίκους, αν και υπάρχουν βέβαια ορισμένα βιβλία που… … Dictionary of Greek
για — (I) (πρόθ., σύνδ.). Ι. (ως πρόθ. και με έκθλιψη γι ) εκφράζει: 1. αναγκαστικό αίτιο(«τσακώνονται για το παραμικρό») 2. τελικό αίτιο, σκοπό («τόν σκότωσε για την τιμή της») 3. κίνηση σε τόπο («φεύγω για το σπίτι») 4. ικανότητα, αρμοδιότητα,… … Dictionary of Greek